ΜΟΝΑΞΙΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΩΝΗΣΙΑ

Όταν ήμουν μικρός, ο θείος μου Ονούφριος, ψαράς στην Κορωνησία, κάποιες φορές- «όταν δεν έχεις διαβάσματα» μου έλεγε- με έπαιρνε μαζί του για ψάρεμα. Θυμάμαι ότι δεν κοιμόμουν όλο το βράδυ, τόση ήταν η αγωνία μου. Όλα τότε μου φαίνονταν μαγικά. Η βάρκα του, η ήρεμη θάλασσα του Αμβρακικού, η προσμονή για να δω τα δελφίνια, το ήρεμο και χαμογελαστό πάντα πρόσωπό του. Μου έδινε κι εμένα πετονιά να ψαρέψω κι έπιανα σαφρίδια. Κι ο θείος Ονούφριος γελούσε που με έβλεπε να χαίρομαι και με προσφωνούσε «μικρό ψαρά». Δεν ξέρω γιατί, αλλά όταν φωτογράφισα αυτή τη γέρικη βάρκα, ανάμεσα απ’ τις καλαμιές, πριν τη Σαλαώρα, σκέφτηκα τον ψαρά θείο μου. Κάπως έτσι ξεχάστηκε και η ξύλινη βάρκα του, όταν ο ίδιος «έφυγε» για τον παράδεισο των ψαράδων. Παροπλισμένη στην ξηρά, να διαλύεται από τη βροχή και την αλμύρα, φορτωμένη με θύμησες αλλοτινών χαρούμενων εποχών.

Α.Λαλάκος