Η μητέρα του Βαγγέλη Δραγατάκη, του νέου που σκοτώθηκε σε τροχαίο στον περιφερειακό της Άρτας, μέσω της παρακάτω επιστολής αποδίδει τις ευθύνες για τον θάνατο του παιδιού της στους υπευθύνους και όχι στον ίδιο τον Βαγγέλη.
Η επιστολή:
«Ζω σε μια χώρα, όπου πάντα την ευθύνη για τον θάνατο την έχει αποκλειστικά και μόνο ο θανών. Πέθαινε από καρκίνο κάποιος, άκουγες «κρίμα νέος άνθρωπος, αλλά δεν πρόσεχε, όμως και αυτός», τον/την σκότωναν «πω πω κρίμα αλλά και αυτή γιατί δεν πρόσεχε τις παρέες της», σκοτωνόταν σε τροχαίο «έτρεχε βρε παιδί μου» ή «τόσο μικρός και του έχουν δώσει αυτοκίνητο;;»
Πάντα το θύμα φταίει στην Ελλάδα, ο θύτης ποτέ. Αν δε τυγχάνει ο θύτης να είναι η Πολιτεία , τότε δεν υπάρχει καν πιθανότητα απόδοσης ευθυνών σε κανέναν άλλο παρά μόνο στο θύμα.
Ο γιός μου, ο Βαγγέλης Δραγατάκης, ήταν μόλις 19 χρονών. Την πρώτη μέρα της είδησης του θανάτου του και πριν ακόμα ακόμα μάθουμε λεπτομέρειες εμείς η οικογένειά, του βγήκαν οι πολιτειακοί παράγοντες με αναρτήσεις τους στα κοινωνικά δίκτυα να κάνουν αυτό που κάνουν πάντα, όταν υπάρχει θύμα. Να αποδώσουν την ευθύνη της απώλειας της ζωής του στον ίδιο.
Άκουσα και διάβασα πολλά από ανθρώπους που βιάστηκαν να κρίνουν το γεγονός στηριζόμενοι μόνο στην ηλικία του Βαγγέλη: «Τα κάγκελα είναι εκεί, για να προστατεύουν τους πεζούς από τα αυτοκίνητα και όχι να συγκρατούν αυτοκίνητα που έχουν όριο ταχύτητας εντός πόλεως» ήταν η ανάρτηση τοπικού υπεύθυνου για την τοποθέτηση των κάγκελων μπαλκονιού, που προκαταλαμβάνει την κοινή γνώμη ότι το παιδί μου, μιας και ήταν 19 χρονών, έτρεχε.
Όσο για την προστασία των πεζών μπορεί κανείς να βγάλει μόνος του τα συμπεράσματα για τα κάγκελα, “ακόντια”.
«Δεδομένου ότι η Περιφερειακή Οδός, διέρχεται της πόλης της Άρτας, όπου το επιτρεπόμενο όριο ταχύτητας είναι 50 Km/h, δεν απαιτείται σύμφωνα με το νομοθέτη η τοποθέτηση στηθαίων ασφαλείας και επιτρέπεται η χρήση κιγκλιδωμάτων για την προστασία των πεζών από την διέλευση των οχημάτων.» Στην παρούσα ανάρτηση ο πολιτειακός παράγοντας δεν γνωρίζει καν τον όρο κιγκλιδώματα, και αναφέρει τα κάγκελα του αυλόγυρου, ως κιγκλιδώματα.
Όμως ο Βαγγέλης ήταν τυπικός και είχε μάθει να αναλαμβάνει τις ευθύνες του από πολύ μικρή ηλικία. «Κύριοι, σας ευχαριστώ που προσπαθείτε να με κάνετε καλά. Να ξέρετε δεν έχω πιει καθόλου», ήταν τα λόγια του παιδιού μου στο ιατρικό προσωπικό των εκτάκτων ιατρείων. Ήξερε το παιδί μου ότι θα του χρεώσουν με ανόητες φήμες, πριν βγουν ακόμα τα πορίσματα, είτε κατανάλωση αλκοόλ, είτε αυξημένη ταχύτητα. Ως μάνα δεν με ενόχλησαν οι φήμες από τον εκάστοτε πολίτη που δεν γνώριζε τον γιο μου. Ίσα ίσα που ο απλός πολίτης της πόλης μας ήταν μαζί μου στον πόνο μου.
Με ενόχλησε όμως και το θεώρησα προσβολή νεκρού, όταν αυτό προήλθε από ανώτατους πολιτειακούς άρχοντες και μάλιστα με αναρτήσεις σε κοινωνικά δίκτυα.
Αγαπητοί πολίτες της χώρας, αγαπητοί συμπολίτες μου, ο Βαγγέλης Δραγατάκης δεν σκοτώθηκε, γιατί έκανε μια νεανική τρέλα. Δεν ήπιε, δεν έτρεχε πάνω από 50 χιλιόμετρα την ώρα. Το γνώριζα 4 μήνες τώρα. Περίμενα, όμως, να βγουν όλα τα πορίσματα, γιατί έχω μάθει στην ζωή μου να πορεύομαι με εντιμότητα χωρίς να βγάζω συμπεράσματα ελαφρά τη καρδία.
Ο Βαγγέλης δεν είναι πια μαζί μου και μαζί σας, δεν είναι στην σχολή του, στο σπίτι του, στην κοινωνία που είχε τόσα να προσφέρει, γιατί οι υπεύθυνοι φρόντισαν να «φυτέψουν» και άλλα μη ενδεδειγμένα κάγκελα (αυλόγυρου) στον δρόμο. Γιατί προσπάθησαν αντί να αναλάβουν τις ευθύνες τους από το πρώτο θανατηφόρο ατύχημα λόγω των κάγκελων, να ρίξουν την ευθύνη στο τότε θύμα. Γιατί ο γιός μου είναι το τρίτο θύμα της ανευθυνότητας των υπευθύνων.
Όχι κυρίες και κύριοι της εκάστοτε διοίκησης αυτού του κράτους, ο Βαγγέλης Δραγατάκης δεν προκάλεσε τον θάνατό του. Εσείς τον προκαλέσατε στο παιδί μου, καθώς και στα προηγούμενα θύματα.
Επιτέλους, σε αυτή τη χώρα οι ευθύνες θα πρέπει να αποδίδονται. Ίσως έτσι να μην φτάσουμε να έχουμε και τέταρτο θύμα που «μόνος του έφταιγε»….
Η απάντηση για το ότι φταίει το θύμα πάντα και όχι ο θύτης, δόθηκε από τον 19 χρονών Βαγγέλη Δραγατάκη με την υπεύθυνη οδηγητική συμπεριφορά του.
Στη μνήμη του παιδιού μου αλλά και ως όρκο στα «πατήματα» που είχε στη σύντομη ζωή του, όσο περνά από το χέρι μου, δεν θα επιτρέψω σε κανένα να δυσφημεί την προσωπικότητά του. Έχω εμπιστοσύνη στην Ελληνική Δικαιοσύνη.
Η μητέρα του
Μποκογιάννη Σωτηρία