Το ελληνικό ακτινίδιο διαπρέπει στις αγορές του εξωτερικού, καταρρίπτοντας κάθε χρόνο το ένα ρεκόρ μετά το άλλο.
Η Ελλάδα βρίσκεται πλέον τη δεύτερη θέση στην παγκόσμια παραγωγή, ξεπερνώντας την Ιταλία, ενώ πρώτη παραγωγός χώρα παραμένει η Νέα Ζηλανδία.
Η φετινή παραγωγή πανελλαδικά άγγιξε τους 300.000 τόνους, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Ακτινιδίου (ΕΔΟΑ) κ. Χρήστο Κολιό, «στα επόμενα 4 χρόνια θα ξεπεράσουμε τους 600.000 τόνους, αν οι καιρικές συνθήκες είναι ευνοϊκές καθώς η κλιματική αλλαγή πλέον είναι απρόβλεπτη».
Συνολικά σε όλες τις παραγωγικές περιοχές της χώρας η καλλιέργεια ακτινιδίου καταλαμβάνει 135.631 στρέμματα. Τα περισσότερα καλλιεργήσιμα στρέμματα βρίσκονται στην Πιερία με 35.000 στρέμματα, ενώ την δεύτερη θέση στη λίστα καταλαμβάνει η Άρτα και η Καβάλα με 21.000 στρέμματα. Ακολουθεί η Ημαθία με 19.500 στρέμματα, η Πέλλα με 10.000 στρέμματα και η Ξάνθη με 8.000 στρέμματα.
Μάλιστα, οι εκτάσεις όπου καλλιεργείται ακτινίδιο τα τελευταία χρόνια αυξάνονται συνεχώς εφόσον προσφέρει καλό εισόδημα στους παραγωγούς, οι οποίοι απολαμβάνουν υψηλές τιμές.
Σχεδόν το 85 με 90% της παραγωγής εξάγεται στις αγορές όχι μόνο στις ευρωπαϊκές αλλά και στις παγκόσμιες, με την μέχρι σήμερα πορεία του να δείχνει ένα ακόμα ιστορικό ρεκόρ.
Σύμφωνα με τις αναγγελίες φορτίων που καταχωρήθηκαν στο ΜΕΝΟ και επεξεργάστηκε ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων Incofruit Hellas, από την 1η Σεπτεμβρίου 2022 έως και τις 28 Απριλίου 2023 οι εξαγωγές ακτινιδίου έφτασαν τους 196.750 τόνους έναντι 186.692 τόνων την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Το άνοιγμα της αγοράς του Ισραήλ έδωσε «φτερά» στις εξαγωγές, ενώ με την ολοκλήρωση των απαιτούμενων διαδικασιών, το ελληνικό ακτινίδιο θα βρίσκεται και στη Βραζιλία. «Περιμένουμε τη δημοσίευση του αντίστοιχου ΦΕΚ ώστε να ανοίξουν οι δρόμοι και της Βραζιλίας», τονίζει ο κ. Κολιός.
Μάλιστα, εξηγεί ότι το άνοιγμα νέων αγορών είναι απαραίτητη προκειμένου «να γίνει διασπορά όλων αυτών των ποσοτήτων και να γίνει αποσυμφόρηση αγορών που είναι κορεσμένες. Για παράδειγμα φέτος η Ευρώπη δεν μπορούσε να σηκώσει όλο αυτό το βάρος των ακτινιδίων, που γινόταν με τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές, με αποτέλεσμα να είναι μειωμένες οι εξαγωγές», εξηγεί ο πρόεδρος της ΕΔΟΑ.
Πάντως η ποιότητα, είναι αυτή που συνοδεύει το ελληνικό ακτινίδιο, – όπως άλλωστε και όλα τα αγροτικά προϊόντα της χώρας μας, – η οποία το κατατάσσει ψηλά στις προτιμήσεις των καταναλωτών.
Πληροφορίες: Οικονομικός Ταχυδρόμος