Γενοκτονία Ελλήνων του Πόντου: Τι έγραψε ο Δημήτρης Ψαθάς για τον αιμοσταγή Τοπάλ Οσμάν

Ο Δημήτρης Ψαθάς, ο σημαντικός δημοσιογράφος, χρονογράφος και θεατρικός συγγραφέας, γεννήθηκε στην Τραπεζούντα του Πόντου το 1907.

Την περίοδο της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, 1914 – 1923, έζησε από κοντά όσα τραγικά συνέβησαν εις βάρος του ποντιακού ελληνισμού, ως το 1923 που εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Ελλάδα.

Τον Σεπτέμβριο του 1972, θα αφιερώσει τη στήλη του «Εύθυμα και Σοβαρά» στον αιμοσταγή πρωταγωνιστή της τουρκικής θηριωδίας κατά των Ποντίων, Τοπάλ Οσμάν.

Γράφει συγκεκριμένα ο Δημήτρης Ψαθάς, στα «ΝΕΑ» της 11ης Σεπτεμβρίου 1972

«Έλεγα να δώσω σ’ ένα σημειώμά μου μια κάποια  σκιαγραφία και μια σύντομη, έστω, ιστόρηση των “κατορθωμάτων” του αιμοβόρου εκείνου θηρίου, που λεγόταν Τοπάλ Οσμάν. (…) Είναι αδύνατο να χωρέσουν σ’ ένα τόσο περιωρισμένο χώρο τ’ ανεξάντλητα εγκλήματά του, η αγριότητα και η ποικιλία των οποίων σε κάνει ν’ απορής για το πόση θηριωδία μπορεί ν’ αναπτύξη μια φύση εγκληματική, όταν τυφλώνεται, επί πλέον, από τον φανατισμό.

 

 

Οι δύο περίοδοι του Τοπάλ Οσμάν

«Δεν έμεινε Πόντιος που ασχολήθηκε με τα δραματικά περιστατικά της εποχής, χωρίς ν’ αναφέρη με φρίκη την “δράση” του διαβόητου κουτσού δημάρχου της Κερασούντας.

(…) Δεν ήταν, βέβαια, ο μόνος φανατισμένος εγκληματίας – μιλώ για τους πιο διαβόητους- που επιδόθηκαν στο όργιο των σφαγών του ελληνικού πληθυσμού του Πόντου. Τούτος, όμως, ο Τοπάλ Οσμάν, σίγουρα στάθηκε ο κορυφαίος της κατηγορίας».

«Η δράση του εκτείνεται σε δυό περιόδους. Ανήκε πρώτα στο περίφημο Κομιτάτο των Νεοτούρκων, όπου απέδειξε τα πλούσια εγκληματικά προσόντα του. Μετά την συντριβή της Τουρκιάς και των συμμάχων της και την υπογραφή της Ανακωχής, εξαφανίστηκε απ’ την Κερασούντα, όπως εξαφανίστηκαν από τα πόστα τους όλοι οι εγκληματίες της σειράς του.

»Με την επανάσταση, όμως, του Κεμάλ – και με την ανοχή των Χριστιανών «μεγάλων μας συμμάχων» – Άγγλων, Γάλλων, Ιταλών – ξαναγύρισε στην Κερασούντα, ανασύνταξε την ορδή του κι έφτιαξε μια δύναμη από 800 – 1.000 τσέτες, επιλέγοντας τους ανθρώπους του ανάμεσα σ’ όλα τα καθάρματα και αποβράσματα, με ιδιαίτερη προτίμηση, τους άγριους Τουρκολαζούς».

Έτσι, ο Τοπάλ Οσμάν ξεκίνησε το αιμοσταγές του έργο, χωρίς να αισθανθεί την ανάγκη να λάβει οποιοδήποτε μέτρο προκάλυψης.

«Με την ορδή τούτη, βαρύτατα οπλισμένη, ξεκίνησε για την αιματηρή του περιοδεία, αφού πρώτα ρήμαξε τον Ελληνισμό της Κερασούντας, καλώντας μέρα – μεσημέρι επίλεκτους Ρωμιούς μέσα στο ίδιο το κτίριο της Δημαρχίας κι ενώ οι τσέτες τους σφάζαν ή τους έπνιγαν – και ακουόντουσαν οι γοερές κραυγές των θυμάτων – εκείνος κάπνιζε χαμογελαστός στην πόρτα…

»Όπου περνούσε ο Τοπάλ Οσμάν με την ορδή του, ήταν σαν να περνούσε ο ίδιος ο θάνατος. Ομαδικές σφαγές, εμπρησμοί, βιασμοί, διαρπαγές, απίστευτα βασανιστήρια, δίψα για αίμα, ρήμαγμα κάθε χριστιανικού χωριού ήταν τα έργα του, με τα οποία κατάκτησε την εκτίμηση του Κεμάλ.

Κάποτε ξεμπάρκαρε και στην Τραπεζούντα. Ένας εφιάλτης απλώθηκε επάνω στην πόλη.

–   Ήλθε ο Τοπάλ Οσμάν!»

Παιδί, τότε, θυμάμαι, το δέος που μας είχε πιάσει. Αλλά στην Τραπεζούντα το κλίμα ήταν διαφορετικό. Την άλλη μέρα κι όλας “η ύαινα της Κερασούντας” υποχρεώθηκε να ξαναμπαρκάρη.»

Τελικά, το ανθρώπινο εκείνο κτήνος είχε τόσο αποθρασυνθή, ώστε στράφηκε κει εναντίον ανθρώπων του ίδιου του Κεμάλ. Οπότε ο τελευταίος διεταξε την εξόντωσή του. Έτσι ο θηριώδης «κουτσός» είχε το τέλος που του άξιζε.

Δημήτρης Ψαθάς

ΦΩΤΟ: «ΤΑ ΝΕΑ», 11.9.1972, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»